Έχετε παρατηρήσει ότι πολλές
φορές, άλλα εννοούμε εμείς και άλλα γίνονται αντιληπτά από τον συνομιλητή μας;
Πόσες φορές γίνονται καυγάδες διότι έλαβε διαφορετικά νόημα από ότι εμείς
είχαμε πρόθεση. Αλήθεια γιατί να συμβαίνει κάτι τέτοιο; Όλοι μας δεν έχουμε
διδαχτεί την ιδία γλώσσα στην χώρα που μεγαλώσαμε;
Κάποτε μου είπε ένας πατέρας, μα
τι είναι αυτά που μου λες. Εγώ θα ζητήσω συγγνώμη από το δωδεκάχρονο παιδί μου;
Και όταν τον ρώτησα: Πες μου σε παρακαλώ, έχεις την ίδια γνώμη με την χθεσινή
που είχες για τον γιο σου. Η απάντηση του ήταν, όχι βέβαια, δεν έχω την ίδια
γνώμη που είχα χθες για αυτόν, το είπαμε αυτό, άλλα τι σχέση έχει αυτό με την
άποψη σου, ότι πρέπει να ζητήσω συγγνώμη από τον γιο μου;
Δεν είναι η άποψη μου αυτή, δεν έχω
καμία πρόθεση να σου επιβάλω κάποια άποψη, απλά θέλω να σου επισημάνω ότι, η
ίδια η λέξη, μας το λέει αυτό, και κατά μια έννοια είμαστε υπεύθυνοι όλοι για
ότι λέμε και εκπέμπουμε προς τα έξω. Εμείς είμαστε υπεύθυνοι για ότι μαθαίνουμε
στα παιδιά μας.
Η ίδια η λέξη είναι σύνθετη και
περιέχει το συν και το γνώμη, έτσι δεν είναι; Άρα εφόσον
σήμερα έχω άλλη γνώμη για τον γιο μου/κόρη μου, που είναι το μεμπτό στο να πω
την συγγνώμη στον γιο μου/κόρη μου; Που είναι το μεμπτό στο να του πω, ότι, γιε
μου/κόρη μου, σου ζητώ συγγνώμη για αυτό που νόμιζα ότι ήσουν χτες.
Κάποιοι άνθρωποι ίσως θεωρούν ότι
η συγνώμη είναι δείγμα αδυναμίας και δεν θέλουν να παραχωρήσουν στον άλλο την
ισχύ. Αλλά είναι έτσι;
Όταν ζητάμε συγνώμη, στην ουσία
αναλαμβάνουμε την ευθύνη για ότι κάναμε ή είπαμε, που στενοχώρησε τον άλλο.
Αυτό δείχνει μεγάλη δύναμη, γιατί προϋποθέτει ότι κατανοούμε, σημαίνει ότι μπαίνω στη θέση του γιου μου η της κόρης μου.
Σημαίνει ότι μας ενδιαφέρουν, ότι είμαστε κοντά τους.
Δεν είναι δείγμα υγείας να είσαι καλά προσαρμοσμένος σε μια βαθιά
άρρωστη κοινωνία. (Κρισναμούρτι)
Καθόμαστε στο τραπέζι μια ολόκληρη παρέα και, όπως έχει συμβεί πολλές
φορές πριν, προς το τέλος του φαγητού άρχισε μια σοβαρή συζήτηση. Ήταν για τη
σημασία των λέξεων, το βάρος της λέξης, το περιεχόμενο της λέξης, όχι απλώς την
επιφανειακή σημασία της λέξης, αλλά το βάθος της, την ποιότητα της, την αίσθηση
που δίνει. Φυσικά μια λέξη δεν είναι ποτέ το ίδιο το πράγμα. Η περιγραφή, δεν
είναι αυτό που περιγράφεται ούτε η εξήγηση είναι εκείνο που εξηγείται.
Η λέξη, η φράση, δεν είναι η πραγματικότητα. Αλλά οι λέξεις
χρησιμοποιούνται για να μεταδοθούν οι σκέψεις κάποιου, τα συναισθήματα του· και
παρόλο που οι λέξεις δε μεταδίδονται σε κάποιον, διατηρούν μέσα σ’ αυτόν την
αίσθησή τους.
Κάτι που είναι πραγματικό δεν κάνει ποτέ διαμόρφωση του μυαλού, αλλά η
θεωρία, το συμπέρασμα, η περιγραφή, η αφηρημένη έννοια, πράγματι το
διαμορφώνουν. Η λέξη τραπέζι δεν κάνει καμιά διαμόρφωση στο μυαλό, αλλά η λέξη
θεός κάνει, είτε είναι ο θεός των ινδουιστών είτε των χριστιανών ή των
μουσουλμάνων.
Εκείνο που διαμορφώνει το μυαλό
είναι ιδέα, η εικόνα, όχι εκείνο που υπάρχει πραγματικά, που συμβαίνει στ’
αλήθεια.
Για ένα χριστιανό, η λέξη Ιησούς ή Χριστός έχει μεγάλη σημασία, μεγάλη
σπουδαιότητα, προξενεί ένα βαθύ αίσθημα, προξενεί αίσθηση. Αυτές οι λέξεις,
όμως, δεν έχουν καμιά σημασία για τον ινδουιστή, το βουδιστή ή το μουσουλμάνο.
Αυτές οι δυο λέξεις, λοιπόν, που χρησιμοποιούνται επί δύο χιλιάδες χρόνια έχουν
διαμορφώσει το μυαλό.
Ο ινδουιστής πάλι έχει τους δικούς του θεούς, τους δικούς του άγιους.
Αυτές οι θεότητες, όπως και των χριστιανών, είναι προβολές της σκέψης που τις
γεννάει ο φόβος, η ευχαρίστηση και λοιπά.
Όπως φαίνεται, η γλώσσα δεν είναι στην πραγματικότητα εκείνο που
διαμορφώνει το μυαλό· εκείνο που το κάνει αυτό είναι οι θεωρίες της γλώσσας, η
αφηρημένη έννοια κάποιου συναισθήματος και η αφηρημένη έννοια που παίρνει τη
μορφή κάποιας ιδέας, ενός συμβόλου, ενός προσώπου – όχι του πραγματικού
προσώπου, αλλά ενός προσώπου φανταστικού ή γεννημένου από την ελπίδα ή που
είναι προβολή της σκέψης.
Όλες αυτές οι αφηρημένες έννοιες, οι ιδέες, τα συμπεράσματα, που όλα έχουν
οπωσδήποτε δύναμη, διαμορφώνουν το μυαλό. Αλλά μια λέξη για κάτι πραγματικό,
όπως «τραπέζι», δεν το διαμορφώνει ποτέ.
Πάρτε τη λέξη «πόνος». Αυτή η λέξη έχει διαφορετική σημασία για τον
ινδουιστή και το χριστιανό. Αλλά ο πόνος, όπως κι αν περιγράφεται από τις
λέξεις, είναι κοινός σε όλους μας. Ο πόνος είναι το γεγονός, το πραγματικό.
Αλλά όταν προσπαθούμε να ξεφύγουμε απ’ αυτόν μέσω κάποιας θεωρίας ή μέσω
κάποιου εξιδανικευμένου προσώπου ή μέσω κάποιου συμβόλου, όλες αυτές οι μορφές
φυγής φορμάρουν το μυαλό. Ο πόνος ως γεγονός δεν το διαμορφώνει κι αυτό είναι
το σημαντικό να το συνειδητοποιήσει κανείς.
Το ίδιο κι η λέξη «προσκόλληση»· δέστε τη λέξη, παρατηρείστε τη σαν να
κρατάτε μέσα στο χέρι σας, νιώστε το βάθος της, ολόκληρο το περιεχόμενό της,
τις συνέπειές της, το γεγονός ότι είμαστε προσκολλημένοι – το γεγονός, όχι τη
λέξη· το ίδιο το συναίσθημα δε διαπλάθει το μυαλό, δεν το βάζει μέσα σε
καλούπι, αλλά τη στιγμή που κανείς ξεφεύγει απ’ αυτό, δηλαδή, όταν η σκέψη
ξεφεύγει από το γεγονός, αυτή ακριβώς η κίνηση απομάκρυνσης, η κίνηση φυγής,
δεν είναι μόνο παράγοντας χρόνου, αλλά η αρχή πλασίματος του μυαλού σύμφωνα με
κάποιο καλούπι.
Για το βουδιστή η λέξη Βούδας, η αίσθηση, η εικόνα, του δημιουργεί
μεγάλη ευλάβεια, έντονο συναίσθημα, αφοσίωση· κι αναζητάει καταφύγιο στην
εικόνα που έχει δημιουργήσει η σκέψη. Και καθώς η σκέψη είναι περιορισμένη,
γιατί όλη η γνώση είναι πάντα περιορισμένη, αυτή ακριβώς η εικόνα φέρνει
σύγκρουση· φέρνει σύγκρουση το αίσθημα της ευλάβειας για κάποιο πρόσωπο ή για
κάποιο σύμβολο ή για κάποια παλιά παράδοση, αλλά το αίσθημα της ευλάβειας από
μόνο του, αποκομμένο από κάθε εξωτερική εικόνα, σύμβολο και λοιπά, δεν είναι
παράγοντας διαμόρφωσης του μυαλού.
Εκεί στο τραπέζι, στη διπλανή καρέκλα, καθόταν κάποιος αναγνωρισμένης
χριστιανικής πίστης. Κι όταν από την απέναντι πλευρά του τραπεζιού αναφέρθηκε
το όνομα του Χριστού, μπορούσε αμέσως να νιώσει κανείς τα περιοριστικά
αποθέματα ευλάβειας. Αυτή η λέξη έχει διαμορφώσει το μυαλό. Είναι πραγματικά
εκπληκτικό να παρατηρείς όλο αυτό το φαινόμενο της επικοινωνίας με λέξεις, την
κάθε φυλή να δίνει διαφορετική σημασία και διαφορετικό νόημα στην κάθε λέξη κι
επομένως, να δημιουργεί διαίρεση, να βάζει σύνορα στον πόνο που νιώθει όλη η
ανθρωπότητα.
Ο ανθρώπινος πόνος είναι κοινός, τον μοιράζονται εξίσου όλα τα
ανθρώπινα πλάσματα. Μπορεί οι Ρώσοι να τον εκφράζουν με τον έναν τρόπο, οι
ινδουιστές και οι χριστιανοί με έναν άλλο και λοιπά, αλλά το γεγονός του πόνου,
το πραγματικό γεγονός της οδύνης, της λύπης, της μοναξιάς, αυτό το ίδιο το
συναίσθημα ποτέ δεν πλάθει, δε διαμορφώνει το μυαλό.
Γι’ αυτό κανείς γίνεται πολύ
προσεκτικός, έχει πλήρη επίγνωση μπροστά στη λεπτότητα των λέξεων, τη σημασία
τους, το βάρος τους.
Το οικουμενικό, το παγκόσμιο αίσθημα της εσωτερικής σχέσης όλων των
ανθρώπινων πλασμάτων, μπορεί να υπάρξει μόνο όταν όλες οι λέξεις «έθνος»,
«φυλή», «θρησκεία» εξαφανιστούν.
Ή η λέξη έχει βάθος και νόημα ή
δεν έχει τίποτα.
Για τους περισσότερους από μας οι λέξεις έχουν πολύ λίγο βάθος, έχουν
χάσει το βάρος τους. Η λέξη ποτάμι δεν είναι κάποιο συγκεκριμένο ποτάμι. Τα
ποτάμια της Αμερικής ή της Αγγλίας ή της Ευρώπης ή της Ινδίας είναι όλα
ποτάμια, αλλά από τη στιγμή που υπάρχει ταύτιση μέσω μιας λέξης, υπάρχει
διαίρεση.
Και αυτή η διαίρεση είναι μια
αφηρημένη ιδέα του ποταμιού, της ποιότητας των νερών του, του βάθους τους, της
δύναμής τους, του κυλίσματός τους, της ομορφιάς του ποταμού.
Δεν μπορεί να υπάρξει αγάπη αν οι
δραστηριότητες της σκέψεις είναι εγκλωβισμένες σε οποιαδήποτε ιδεολογία, σε
οποιοδήποτε -ισμό. Για να υπάρχει
ελευθερία για να είναι κάποιος συμπονετικός, πρέπει να ψάξει να βρει την
αλήθεια και να γίνει αγάπη.
Πάρε την κατανόηση της Ανατολής και τη Γνώση της Δύσης και μετά… ψάξε.
(Γκουρτζίεφ)
Ο Κάρλος Καστανέντα μάς λέει:
«Κάθε δρόμος είναι μονάχα ένας δρόμος, και δεν είναι ντροπή, ούτε για σένα ούτε
για τους άλλους, να τον εγκαταλείψεις κάποια στιγμή, αν έτσι σου υπαγορεύει η
καρδιά σου… Κοίταξε κάθε δρόμο, με προσοχή κι επιφυλακτικότητα. Δοκίμασε τον
όσες φορές κρίνεις εσύ πως είναι απαραίτητο. Σκέψου και διαλογίσου πάνω σ’
αυτόν. Κι ύστερα, θέσε στον εαυτό σου ένα και μόνο ερώτημα. Έχει αυτός ο δρόμος
καρδιά; Αν έχει είναι καλός, αν δεν έχει, είναι άχρηστος…»
«Θέλεις να σου πω που οδηγεί ο
δρόμος σου; Είναι εύκολο. Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στο ίδιο μέρος: Πουθενά. Αυτό
που έχει σημασία είναι να ακολουθείς τα Μονοπάτια Που Έχουν Καρδιά. Να ρωτάς,
έχει καρδιά το μονοπάτι που βαδίζω; Αν ναι, ακολούθησε το και μην φοβάσαι
τίποτε, ακόμη και αν όλος ο κόσμος θέλει να σε αποτρέψει από το να τ’
ακολουθήσεις. Αν όχι, άφησε το, δεν είναι καλό μονοπάτι. Να ψάχνεις πάντα τα
μονοπάτια που έχουν καρδιά, κι όταν καταλαβαίνεις ότι δεν έχουν, να μη
διστάζεις να τα εγκαταλείπεις. Ποιο μονοπάτι σού λέει η καρδιά σου ότι είναι το
σωστό; Σε περιμένει να το βαδίσεις. Πήγαινε. Τα μονοπάτια μπορούν να περιμένουν
απίστευτα πολύ. Το πρόβλημα είναι ότι οι άνθρωποι δεν έχουν αρκετό χρόνο στη
διάθεση τους…»
Όπου υπάρχει η φλόγα της κίνησης
της μη στασιμότητας, της εξερεύνησης χωρίς επιθυμία, αυτή η δράση, έχει εκείνη
την ποιότητα της νοημοσύνης που δεν είναι ούτε δική σου ούτε δική μου και που
τότε δρα.
Τα πάντα ρει, μηδέποτε κατά τ' αυτό μένειν (Ηράκλειτος)
Ηράκλειτος της Εφέσου
Φανταστική απεικόνιση του Ηρακλείτου
σε πίνακα του Γιοχάνες Μορέιλσε
Πηγή: http://el.wikipedia.org/wiki
Το να αμφιβάλλεις, το να αμφισβητείς, είναι αναγκαιότητα για να βρεις
την αλήθεια.
Πηγή:
Εις εαυτόν Το τελευταίο ημερολόγιο του Κρισναμούρτι
Εκδόσεις: ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου