Ἠλίας Βουτσινᾶς - Πολιτιστικὲς προσεγγίσεις στὸ μυθιστόρημα Οἱ Ἔμποροι
τῶν Ἐθνῶν
τοῦ Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη
ἐργασία στὰ πλαίσια μεταπτυχιακῶν σπουδῶν
Κοινωνιολογίας
1. Περίληψη
Ἡ ὑπόθεση στὸ μυθιστόρημα Οἱ Ἔμποροι
τῶν Ἐθνῶν
τοῦ Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη, ἀρχίζει νὰ λαμβάνει χώρα τὸ 1199. Τόπος του εἶναι ἡ
Νάξος, ὅπου ἕνας πλούσιος εὐπατρίδης, ὁ Ἰωάννης
Μούχρας, κατεδίωκε τοὺς
πειρατές, μὲ σκοπὸ νὰ
λάβει δίπλωμα ναυάρχου καὶ
εὐπατρίδη τῆς Βενετίας. Σὲ μιὰ
τέτοια καταδίωξη ἀπελευθέρωσε
ἕναν Βενετὸ κόμητα, τὸν Μάρκο Σανοῦτο, ὁ
ὁποῖος εἶχε
πέσει σκλάβος τῶν πειρατῶν καὶ
τοῦ πρόσφερε φιλοξενία
στὴν οἰκία του. Ὅμως, ὁ
Βενετὸς κόμης, ἐπιθύμησε τὴν γυναίκα τοῦ οἰκοδεσπότη
του -ὀνόματι Αὐγούστα- καὶ βρίσκοντας εὐκαιρία, τὴν ἀπήγαγε.
Στὸ ἑπόμενο
κεφάλαιο, ἡ πλοκὴ τοῦ
ἔργου μᾶς πηγαίνει ἑπτὰ-ὀκτὼ
χρόνια μετά, στὴν Βενετία. Ἐκεῖ
συναντᾶμε τὸν Μάρκο Σανοῦτο, ὁ
ὁποῖος εἶχε
πέσει σὲ κατάθλιψη, καθὼς τὸν
ἐγκατέλειψε ἡ ἀπαχθεῖσα καὶ
προετοιμάζεται κατ᾿
ἐντολὴ τῆς
Διοίκησης τῆς Βενετίας, γιὰ μιὰ
ἐκστρατεία στὰ νησιὰ
τοῦ Αἰγαίου. Στὸ διάστημα αὐτό, τὸν
ἀνακαλύπτει ὁ Ἰωάννης
Μούχρας καὶ τοῦ ἐπιτίθεται
μέσα σὲ μιὰ βάρκα σὲ κάποιο κανάλι τῆς Βενετίας, χωρὶς ὅμως
ἡ μάχη νὰ ἔχει
κάποιο ἀποτέλεσμα, ἁπλῶς
νὰ τραυματισθεῖ σοβαρὰ
ὁ Ἰωάννης Μούχρας, ὁ ὁποῖος καὶ
καταφέρνει νὰ ξεφύγει.
Ὕστερα, ἡ δράση τοῦ ἔργου
μᾶς μεταφέρει στὴν Πάτμο, ὅπου βρίσκουμε τὴν σύζυγο τοῦ Νάξιου εὐπατρίδη νὰ διαμένει σὲ μοναστήρι, σὲ ἄσχημη
ψυχολογικὴ κατάσταση. Ἡ ἄσχημη
αὐτὴ ψυχολογικὴ κατάσταση στὴν ὁποία
εἶχε περιέλθει ἡ Αὐγούστα
εἶναι ἀπόρροια δύο λόγων, ὅπως ἀφήνεται
νὰ ἐννοηθεῖ
ἀπὸ τὸ
σύνολο τοῦ κειμένου· πρῶτον γιατὶ ἀγαποῦσε τὸν
Βενετὸ κόμητα καὶ τὸν
ἐγκατέλειψε γιὰ αὐτὸ ἀκριβῶς τὸν
λόγο, καθὼς δὲν εἶχε
τὴν ἀποκλειστικότητα, καὶ δεύτερον γιατὶ νιώθοντας αὐτὰ
τὰ συναισθήματα θεωροῦσε πὼς
πρόδωσε τὸν σύζυγό της. Στὸ μοναστήρι αὐτὸ
τὴν ἀνακάλυψε ἀπεσταλμένη τοῦ Μάρκου Σανούτου, ἡ ὁποία
ὅμως ἐνημέρωσε ψευδῶς τὸν
κόμητα ὅτι εἶχε ἐξαφανιστεῖ, ἢ
εἶχε πεθάνει. Ὕστερα ἀπὸ αὐτὴ τὴν
συνάντηση, ἡ Αὐγούστα ἐγκαταλείπει
τὸ νησί, τὴν ἴδια
ὥρα ποὺ ὁ
σύζυγός της ἀφικνεῖτο ἐκεῖ, ἔχοντας
πληροφορηθεῖ τὴν ἐκεῖ παραμονή της.
Ἡ τελευταία πράξη τοῦ ἔργου
περατώνεται στὴν Νάξο. Ἐκεῖ,
ὁ Μάρκος Σανοῦτος, προσπαθώντας ματαίως νὰ κατακτήσει τὴν νῆσο
ἀπὸ τὴν
κυριαρχία τῶν Γενοβέζων, καὶ βλέποντας τὴν πρόθεση τῶν συμμάχων του νὰ τὸν
ἐγκαταλείψουν, ἀποφασίζει νὰ κάψει τὰ πλοῖα
τους, ὥστε ἀναγκαστικὰ νὰ
παραμείνουν στὸ νησί. Τὴν νύκτα ἐκείνη καὶ ἀφοῦ εἶχε
δώσει τὶς ὁδηγίες του στοὺς ὑπηρέτες
του, πορεύεται γιὰ
τὸ γυναικεῖο μοναστήρι ὅπου διέμενε ἡ Αὐγούστα.
Ἡ Αὐγούστα, βλέποντας τὸν κόμητα νὰ καθυστερεῖ νὰ
ἔρθει πρὸς ἐπίσκεψή
της, φεύγει κρυφὰ
ἀπὸ τὴν
μονὴ καὶ ἀνεβαίνει
στὸ πλοῖο του, τὴν ἴδια
ὥρα ἀκριβῶς
ποὺ μπῆκε ἡ
φωτιὰ γιὰ νὰ
καοῦν τὰ πλοῖα.
Καιομένης τῆς ναυαρχίδας, ἡ Αὐγούστα
βλέπει στὸν ἀπέναντι βράχο τὸν σύζυγό της καὶ προτοῦ
ἀποθάνει τοῦ ζητᾶ
συγχώρεση, ἡ ὁποία καὶ
τῆς δίδεται.
Περατώνεται τὸ ἔργο
στὸν ἴδιο τόπο ἀπὸ
ὅπου ἄρχισε ἡ
πλοκή του. Στὸ σπίτι τοῦ Νάξιου εὐπατρίδη κατοικεῖ πιὰ
ὁ Βενετὸς κόμης, ὡς νικητὴς
καὶ κύριος τῆς νήσου, ὁ ὁποῖος καὶ
φονεύεται ἀπὸ τὸν
πιστὸ δοῦλο του, ποὺ εἶχε
ἀγανακτήσει γιὰ τὴν
ἀχαριστία τοῦ κυρίου του, στὸ ἴδιο
ἀκριβῶς μέρος ὅπου πρωτοσυνάντησε ὁ Σανοῦτος
τὸν Αὐγούστα. Ὁ δὲ
Ἰωάννης Μούχρας
γίνεται μοναχός, καθὼς
δὲν εἶχε τί ἄλλο
καλύτερο νὰ πράξει, ὅπως ἀναφέρει
χαρακτηριστικὰ ὁ Παπαδιαμάντης.
2. Ἀνάλυση